εὐχρηματία
From LSJ
τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.
English (LSJ)
ἡ, A wealth, ibid.
Greek Monolingual
εὐχρηματία, ἡ (Α) ευχρήματος
αφθονία χρημάτων, πλούτος.