λιτροδόκη

From LSJ
Revision as of 14:00, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

καὶ ἥ γε ἀνία τὸ ἐμποδίζον τοῦ ἰέναιsorrow is that which hinders motion

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λιτροδόκη Medium diacritics: λιτροδόκη Low diacritics: λιτροδόκη Capitals: ΛΙΤΡΟΔΟΚΗ
Transliteration A: litrodókē Transliteration B: litrodokē Transliteration C: litrodoki Beta Code: litrodo/kh

English (LSJ)

ἡ, A box for holding λίτραι, Phot. s.v. λίτρα.

Greek (Liddell-Scott)

λῑτροδόκη: ἡ, κιβώτιον πρὸς φύλαξιν λιτρῶν, «νομισμοδόκη» Φώτ. ἐν λέξ. λίτρα.

Greek Monolingual

λιτροδόκη, ἡ (Α)
κιβώτιο όπου φυλάσσονταν λίτρες («λίτρα, τὴν νομισματοδόκην καλοῡσι
τὴν αυτὴν δὲ καὶ λιτροδόκην καλοῡσι», Φώτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < λίτρα + δόκη (< δέχομαι), πρβλ. καπνο-δόκη σιτο-δόκη].