νευρίτης

From LSJ
Revision as of 16:00, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νευρίτης Medium diacritics: νευρίτης Low diacritics: νευρίτης Capitals: ΝΕΥΡΙΤΗΣ
Transliteration A: neurítēs Transliteration B: neuritēs Transliteration C: nevritis Beta Code: neuri/ths

English (LSJ)

[ῑ] λίθος, ὁ, A sinew-like stone, Orph.L.748 codd. (fort. leg. νεβρ-).

German (Pape)

[Seite 247] ὁ, sehnig, wie νευρῖτις, f. l. für νεβρίτης.

Greek (Liddell-Scott)

νευρίτης: λίθος, ὁ, λίθος ὅμοιος πρὸς νεῦρον, Ὀρφ. Λιθ. 742.

Greek Monolingual

(I)
ο
(ανατ.-βιολ.) ο νευράξονας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. neurite < νεύρο + κατάλ. -ίτης].
(II)
νευρίτης, ὁ (Α)
φρ. «νευρίτης λίθος» — είδος λίθου με ινώδεις διακλαδώσεις, νερά, που μοιάζουν με νεύρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεῦρον + κατάλ. -ίτης (πρβλ. κογχ-ίτης, λυχν-ίτης)].