παραφθορά

From LSJ
Revision as of 19:25, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

ἔτλην δ' οἷ' οὔ πώ τις ἐπιχθόνιος βροτὸς ἄλλος → I have endured as much as no other mortal

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραφθορά Medium diacritics: παραφθορά Low diacritics: παραφθορά Capitals: ΠΑΡΑΦΘΟΡΑ
Transliteration A: paraphthorá Transliteration B: paraphthora Transliteration C: parafthora Beta Code: parafqora/

English (LSJ)

ἡ, A corruption, ἐν ταῖς φωναῖς A.D. Adv.164.24 ; of music, Plu.2.1131f ; of language, κατὰ παραφθοράν Hermog.Meth.3, St.Byz.s.v. Ἀμαζόνειον, Eust. 1936.23.

German (Pape)

[Seite 506] ἡ, leichte Verderbung oder Verfälschung, Plut. u. a. Sp., bes. Gramm.

Greek (Liddell-Scott)

παραφθορά: ἡ, βαθμιαία διαφθορά, τῆς μουσικῆς Πλούτ. 2. 1131Ε· ἐπὶ τῆς γλώσσης, Εὐστ. 1396, 23, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ᾶς (ἡ) :
légère corruption, altération peu profonde.
Étymologie: παραφθείρω.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ παραφθείρω
η πράξη και το αποτέλεσμα του παραφθείρω, ελαφρή 'φθορά, μικρή αλλοίωση προς το χειρότερο.

Russian (Dvoretsky)

παραφθορά:
1) некоторая порча, ухудшение (τῆς μουσικῆς Plut.);
2) грам. испорченная форма, неправильность.