πράτωρ

From LSJ
Revision as of 21:15, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πράτωρ Medium diacritics: πράτωρ Low diacritics: πράτωρ Capitals: ΠΡΑΤΩΡ
Transliteration A: prátōr Transliteration B: pratōr Transliteration C: prator Beta Code: pra/twr

English (LSJ)

ορος, ὁ, A = πρατήρ, IG12(5)872.33 (Tenos, iii B. C.), Milet.3.308 No.140, PCair.Zen.497.3 (iii B. C.).

Greek (Liddell-Scott)

πράτωρ: -ορος, ὁ, = πρατήρ, Συλλ. Ἐπιγρ. 2338. 84, 121. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 536.

Greek Monolingual

-ορος, ὁ, Α
πρατήρ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. έχει σχηματιστεί από τη δισύλλαβη ρίζα περᾱ- του πέρνημι (με μηδενισμένο το πρώτο φωνήεν και απαθές το δεύτερο, πρβλ. πι-πρᾱ-σκω) + επίθημα -τωρ].