ἱπποκλείδης

From LSJ
Revision as of 12:12, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

οὗ δ' ἂν Ἔρως μὴ ἐφάψηται, σκοτεινός → he on whom Love has laid no hold is obscure | he whom Love touches not walks in darkness

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱπποκλείδης Medium diacritics: ἱπποκλείδης Low diacritics: ιπποκλείδης Capitals: ΙΠΠΟΚΛΕΙΔΗΣ
Transliteration A: hippokleídēs Transliteration B: hippokleidēs Transliteration C: ippokleidis Beta Code: i(ppoklei/dhs

English (LSJ)

ου, ὁ, (κλείω) A pudenda muliebria, Ar.Fr.703.

Greek (Liddell-Scott)

ἱπποκλείδης: ὁ «οὕτω κακοσχόλως τὸ τῆς γυναικὸς μόριον Ἀριστοφάνης (Ἀποσπ. 621) εἶπεν» Ἡσύχ., πρβλ. καὶ Φωτ. Λεξ.

French (Bailly abrégé)

(ὁ) :
τὸ τῆς γυναικὸς μόριον AR selon Eust.
Étymologie: prob. d’un certain Ἱπποκλείδης ; selon la scholie, à cause de l’abondance de poils.

Greek Monolingual

ἱπποκλείδης, ὁ (Α)
το γυναικείο μόριο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο)- + -κλείδης (< κλειώ). Η λ. πλάστηκε από τον Αριστοφάνη για δημιουργία κωμικού αποτελέσματος].