ἰατροσοφιστής

From LSJ
Revision as of 18:15, 1 February 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " s.v. " to " s.v. ")

μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰᾱτροσοφιστής Medium diacritics: ἰατροσοφιστής Low diacritics: ιατροσοφιστής Capitals: ΙΑΤΡΟΣΟΦΙΣΤΗΣ
Transliteration A: iatrosophistḗs Transliteration B: iatrosophistēs Transliteration C: iatrosofistis Beta Code: i)atrosofisth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ, A professor of medicine, Dam. ap. Suid. s.v. Γέσιος.

German (Pape)

[Seite 1234] ὁ, ein Arzneigelehrter, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἰᾱτροσοφιστής: -οῦ, ὁ, διδάσκαλος, καθηγητὴς τῆς ἰατρικῆς, Ἐπιφάν. (τ. 1. σ. 627Β, κτλ.), παρ᾿ ᾧ ἀπαντᾷ καὶ τὸ ἐπίθ. ἰατροσοφοστική, (δηλ. τέχνη), τ. 1. σ. 709C.

Greek Monolingual

ἰατροσοφιστής, ὁ (ΑΜ)
ο σοφός σχετικά με την ιατρική, σοφός γιατρός
αρχ.
αυτός που ασκεί την ιατρική με μαγικά μέσα και μαντεύματα.