συνεκδρομή

From LSJ
Revision as of 18:55, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

τοῖς οἰκείοις βουλεύμασιν ἁλίσκεσθαι → hoist by one's own petard, hoist with one's own petard, hoist on one's own petard, hoisted by one's own petard, be hoist with one's own petard

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεκδρομή Medium diacritics: συνεκδρομή Low diacritics: συνεκδρομή Capitals: ΣΥΝΕΚΔΡΟΜΗ
Transliteration A: synekdromḗ Transliteration B: synekdromē Transliteration C: synekdromi Beta Code: sunekdromh/

English (LSJ)

ἡ, running out together: metaph., following the same rule, analogy, A.D.Adv.142.9, Synt. 49.14, Simp. in Ph.274.25, Eust.341.22, EM66.52.

German (Pape)

[Seite 1012] ἡ, gemeinschaftliches Auslaufen, gemeinschaftlicher Ausfall u. Angriff, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

συνεκδρομή: ἡ, τὸ συνεκτρέχειν μεταφ., ὁ κατ’ ἀναλογίαν ἄλλης λέξεως σχηματισμός, Α. Β. 552, Εὐστ. 431. 23, Ἐτυμ. Μέγ. 66, 50-2., 44, 16· ἴδε ἀκαμαντοχάρμας.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ
1. η από κοινού εξόρμηση, έφοδος
2. μτφ. (για λέξεις) αναλογία, ομοιότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἐκδρομή «εξόρμηση, μετάβαση». Η λ. αποτελεί εκφραστικό της ρημ. ενέργειας του ρ. συνεκτρέχω.

Russian (Dvoretsky)

συνεκδρομή: ἡ грам. отклонение по аналогии, аналогическая неправильность.