κεγχροβόλοι

From LSJ
Revision as of 01:35, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

οἰκτίστῳ θανάτῳ εἵμαρτο ἁλῶναι → it was fated that you would be taken by the most miserable death, it has been decreed that thou shouldst be cut off by a most piteous death

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεγχροβόλοι Medium diacritics: κεγχροβόλοι Low diacritics: κεγχροβόλοι Capitals: ΚΕΓΧΡΟΒΟΛΟΙ
Transliteration A: kenchrobóloi Transliteration B: kenchroboloi Transliteration C: kegchrovoloi Beta Code: kegxrobo/loi

English (LSJ)

οἱ, millet-throwers, fabulous tribe in Luc.VH1.13.

Greek (Liddell-Scott)

κεγχροβόλοι: οἱ, οἱ βάλλοντες, σπείροντες κέγχρους, μυθώδης φυλὴ παρὰ τῷ Λουκ. π. Ἀληθ. Ἱστ. 1. 13.

Greek Monolingual

κεγχροβόλοι, οἱ (Α)
(κωμική λέξη στον Λουκιανό)
αυτοί που πολεμούν με κεχρί, που εκτοξεύουν ως βλήματα σπόρους κέγχρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κέγχρος, ο + -βόλος (< βάλλω), πρβλ. δισκοβόλος, πυρσοβόλος.

Greek Monotonic

κεγχροβόλοι: οἱ (βάλλω), αυτοί που σπέρνουν κέγχρους, σε Λουκ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κεγχροβόλοι -ων, οἱ [κέγχρος, βάλλω] gierstwerpers (fictief volk).

Middle Liddell

κεγχρο-βόλοι, οἱ, βάλλω
millet-throwers, Luc.