ἑπτακόσιοι
From LSJ
English (LSJ)
αι, α, seven hundred, Hdt.2.140, etc.
German (Pape)
[Seite 1012] αι, α, siebenhundert, Her. 3, 91; Plat. u. A.
Greek (Liddell-Scott)
ἑπτᾰκόσιοι: -αι, -α, ὡς καὶ νῦν, Ἡρόδ. 2. 140, κλ.
French (Bailly abrégé)
αι, α;
sept cents.
Étymologie: ἑπτά, -κόσιοι.
Greek Monolingual
και εφτακόσιοι, -ες, -α (Α ἑπτακόσιοι, -αι, -α)
(απόλ. αριθμτ.) επτά εκατοντάδες
νεοελλ.
το ουδ. σε χρήση αντί για το τακτικό επτακοσιοστός («το επτακόσια μετά Χριστόν» — το επτακοσιοστό έτος μετά τη γέννηση του Χριστού).
Greek Monotonic
ἑπτᾰκόσιοι: -ια, -α, εφτακόσιοι, σε Ηρόδ. κ.λπ.
Russian (Dvoretsky)
ἑπτᾰκόσιοι: семьсот Her., Thuc.