ἀνατροχασμός
From LSJ
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
English (LSJ)
ὁ, running backwards, Antyll. ap. Orib.6.22.8.
German (Pape)
[Seite 212] ὁ, das Hin- und Herlaufen, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνατροχασμός: ὁ, ὁ εἰς τὰ ὀπίσω δρόμος «τρέξιμον». Πιθαν. γραφὴ ἐν Ἀντύλλ. παρ’ Ὀρειβ. σ. 112 ἀντὶ -ισμός, πρβλ. σ. 113.
Greek Monolingual
ο (Α ἀνατροχασμός)
η βίαιη οπισθοδρόμηση πυροβόλου κατά την εκπυρσοκρότησή του
αρχ.
τρέξιμο προς τα πίσω.