νὺξ μὲν ἐμὸν κατέχει ζωῆς φάος ὑπνοδοτείρη → sleep-giving night hath quenched my light of life | sleep-giving night covers my light of life | night, the giver of sleep, holds the light of my life
Full diacritics: μουναρχέω | Medium diacritics: μουναρχέω | Low diacritics: μουναρχέω | Capitals: ΜΟΥΝΑΡΧΕΩ |
Transliteration A: mounarchéō | Transliteration B: mounarcheō | Transliteration C: mounarcheo | Beta Code: mounarxe/w |
μουναρχ-ία, etc., v. μοναρχέω, -ία, etc.
[Seite 210] μουναρχία u. ä., ion. = μοναρχέω, -αρχία.
ion. c. μοναρχέω.
μουναρχέω: -ία, κτλ., ἴδε ἐν λ. μοναρχέω, -ία, κτλ.
μουναρχέω: -ίη, Ιων. αντί μοναρχέω, -ία.