ἀναπτυχή

From LSJ
Revision as of 12:30, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναπτυχή Medium diacritics: ἀναπτυχή Low diacritics: αναπτυχή Capitals: ΑΝΑΠΤΥΧΗ
Transliteration A: anaptychḗ Transliteration B: anaptychē Transliteration C: anaptychi Beta Code: a)naptuxh/

English (LSJ)

ἡ, = ἀνάπτυξις, ἰὼ . . αἰθέρος ἀμπτυχαί oh wide expanse of heaven! E.Ion1445; νυκτός τε πηγὰς οὐρανοῦ τ' ἀναπτυχάς S.Fr.956; ἡλίου ἀναπτυχαί the sun's unclouded orb, E.Hipp. 601; ἀ. ἐλεύθεροι (sc. ὀμμάτων) El.868.

Spanish (DGE)

(ἀναπτῠχή) -ῆς, ἡ
• Alolema(s): poét. ἀμπτ- sólo en plu.
1 extensión abierta, inmensidad ἰὼ ἰώ, λαμπρᾶς αἰθέρος ἀμπτυχαί E.Io 1445, οὐρανοῦ S.Fr.956, ἡλίου ... ἀναπτυχαί disco del sol E.Hipp.601.
2 acción de abrir los ojos, mirada ὄμμα τοὐμὸν ἀμπτυχαί τ' ἐλεύθεροι mis miradas se despliegan libremente E.El.868.

German (Pape)

[Seite 204] p. ἀμπτ., ἡ, die Eröffnung, ἡλίου Eur. Hipp. 601, nach Hesych. Aufgang der Sonne, nach Schol. das ausgebreitete Sonnenlicht, ἀκτῖνες. So αἰθέρος Eur. Ion. 1445, der weit geöffnete Raum des Aethers; Soph. οὐρανοῦ ἀναπτυχή frg. 655; aber Eur. El. 863 ὄμμα τοὐμὸν ἀμπτυχαί τ' ἐλεύθεροι, ich kann frei das Auge aufschlagen.

French (Bailly abrégé)

poét. ἀμπτυχή;
ῆς (ἡ) :
déploiement, expansion ; action de promener ses regards librement ; ἀναπτυχαὶ (ἡλίου) EUR l'œil ouvert du soleil.
Étymologie: ἀναπτύσσω.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναπτῠχή: ἡ = ἀνάπτυξις, ἰώ… αἰθέρος ἀμπτυχαί, ὦ ἀχανεῖς ἐκτάσεις τοῦ οὐρανοῦ, Εὐρ. Ἴων 1445· ἀλλ’ ἐν Σοφ. Ἀποσπ. 655, νυκτός τε πηγὰς οὐρανοῦ τ’ ἀναπτυχὰς σημαίνει τὰς πηγὰς τῆς νυκτὸς καὶ τὸ ἄνοιγμα τοῦ οὐρανοῦ, δηλ. τὴν δύσιν καὶ τὴν ἀνατολήν· ἡλίου ἀναπτυχαί, τοῦ ἡλίου ὁ ἀνέφελος κύκλος, Εὐρ. Ἱππ. 601: ἐν Ἠλέκτρ. 868 ἀμπνοαὶ εἶναι ἡ πιθανὴ γραφή. ― Πρβλ. πτυχή, περιπτυχή.

Greek Monolingual

ἀναπτυχή, η (Α) (και ποιητ. αμπτυχή)
η ανάπτυξη.

Greek Monotonic

ἀναπτῠχή: ποιητ. ἀμπτῠχή, , αἰθέρος ἀμπτυχαί, οι αχανείς εκτάσεις του ουρανού, σε Ευρ.· ἡλίου ἀναπτυχαί, η έκταση του ήλιου, στον ίδ.

Middle Liddell


αἰθέρος ἀμπτυχαί, the expanse of heaven, Eur.; ἡλίου ἀναπτυχαί the sun's expanse, Eur.