νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
dor. c. ἡδεῖα sg. fém;c. ἡδέα pl. neutre de ἡδύς.
ἁδέα: Δωρ. ἀντὶ τοῦ ἡδεῖα, καὶ ἐπίσης ἀντὶ τοῦ ἡδύν, ἴδε ἐν λέξ. ἡδύς.
ἁδέα: дор.1) f sing. к ἡδύς;2) pl. n к ἡδύς.