inconveniente
From LSJ
τῇ διατάξει σου διαμένει ἡ ἡμέρα ὅτι τὰ σύμπαντα δοῦλα σά → the day continues by thy arrangement; for all things are thy servants
Spanish > Greek
ἀσχήμων, διάφορος, ἀποκλήρωσις, ἀκατάλληλος, ἀνεύθετος, ἀλυσιτέλεια, ἀεικελίως, ἀϊκής, ἀπρεπής, δυσπρεπής, ἐλάσσωμα, ἀπρόσλογος, ἀπηνής, δυσάρτητος, ἄχωρος, ἀπρόσηκος, ἄτοπος, δυσχρηστία