ἀκροβελής

From LSJ
Revision as of 12:47, 30 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")

Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit

Menander, Monostichoi, 479
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκροβελής Medium diacritics: ἀκροβελής Low diacritics: ακροβελής Capitals: ΑΚΡΟΒΕΛΗΣ
Transliteration A: akrobelḗs Transliteration B: akrobelēs Transliteration C: akrovelis Beta Code: a)krobelh/s

English (LSJ)

ές, with point at end, AP6.62 (Phil.).

Spanish (DGE)

-ές que tiene punta δόναξ AP 6.62 (Phil.).

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
dont l'extrémité est en pointe.
Étymologie: ἄκρος, βέλος.

German (Pape)

δόνακες, zugespitzt, Phil. 17 (IV.62).

Russian (Dvoretsky)

ἀκροβελής: остроконечный (δόνακες Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀκροβελής: -ές, ἔχων ὀξεῖαν αἰχμὴν κατὰ τὸ ἄκρον, Ἀνθ. Π. 6, 62.

Greek Monolingual

ἀκροβελής (-οῦς), -ές (Α)
αυτός που έχει μυτερό άκρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο- (Ι) + -βελής < βέλος.

Greek Monotonic

ἀκροβελής: -ές (βέλος), με οξεία αιχμή στο τελείωμα, σε Ανθ.

Middle Liddell

βέλος
with a point at the end, Anth.