συνέξειμι

From LSJ
Revision as of 12:25, 8 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=([\w\s'-]+), ([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1, $2.<br")

Θησαυρός ἐστι τοῦ βίου τὰ πράγματα → Non est thesaurus vitae nisi negotia → Des Lebensgutes Schatz erwächst aus Tätigkeit

Menander, Monostichoi, 235
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνέξειμι Medium diacritics: συνέξειμι Low diacritics: συνέξειμι Capitals: ΣΥΝΕΞΕΙΜΙ
Transliteration A: synéxeimi Transliteration B: synexeimi Transliteration C: synekseimi Beta Code: sune/ceimi

English (LSJ)

(εἶμι A ibo) go out along with or together, μετά τινων Th.3.113; τινι X.Cyr.1.4.15, Arist.Mete.388b14, etc.; ἅμα τισί J.BJ2.2.1. II pass away together, [νοῦσος] τῷ κάλλεϊ σ. τῆς ὥρης Aret.SD1.4.

German (Pape)

[Seite 1015] (s. εἶμι), mit od. zugleich herausgehen; Thuc. 3, 113; τινί, Xen. Cyr. 1, 4, 15; Sp.

French (Bailly abrégé)

sortir avec, τινι.
Étymologie: σύν, ἔξειμι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συν-έξειμι [2. εἰμί] samen (met...) eropuit gaan, met dat..; Xen. Cyr. 1.4.15; milit. samen uitrukken met, met μετά + gen.. Thuc. 3.113.1.

Russian (Dvoretsky)

συνέξειμι: εἶμι
1 вместе выходить (μετά τινος Thuc. и τινί Xen.);
2 одновременно выделяться (τινί Arst.).

Greek Monolingual

ΜΑ
εξέρχομαι μαζί («συνεξῄει τῷ Κύρῳ», Ξεν.)
αρχ.
παρέρχομαι, περνώ μαζί («[νοῦσος] τῶ κάλλεϊ συνέξεισι τῆς ὥρης», Αρετ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἔξειμι (Ι) «βγαίνω έξω, αναχωρώ»].

Greek Monotonic

συνέξειμι: (εἶμι, Λατ. ibo), εξέρχομαι μαζί ή με κάποιον, σε Θουκ.· με δοτ., σε Ξεν.

Greek (Liddell-Scott)

συνέξειμι: (εἶμι, Λατ. ibo) ἐξέρχομαι μετά τινος ἢ ὁμοῦ, μετά τινος Θουκ. 3. 113· τινὶ Ξεν. Κύρ. 1. 4. 15, κτλ. ΙΙ. παρέρχομαι ὁμοῦ, νόσος σ. τῷ κάλλεϊ τῆς ὥρας Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 4.

Middle Liddell

εἶμι ibo]
to go out along with or together, Thuc.; c. dat., Xen.