παραδοξολόγος

From LSJ
Revision as of 12:10, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. Καὶ ἔτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι (1 Corinthians 12:31) → But go ahead and strive for the greater gifts. And I'm about to show you a still more excellent way.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραδοξολόγος Medium diacritics: παραδοξολόγος Low diacritics: παραδοξολόγος Capitals: ΠΑΡΑΔΟΞΟΛΟΓΟΣ
Transliteration A: paradoxológos Transliteration B: paradoxologos Transliteration C: paradoksologos Beta Code: paradocolo/gos

English (LSJ)

ὁ, narrator of marvels, Gal.1.55, al., D.L.8.72.

German (Pape)

[Seite 477] von wunderbaren, unerwarteten Dingen redend, erzählend; D. L. 8, 72; Galen.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui raconte des choses incroyables ou extraordinaires.
Étymologie: παράδοξος, λέγω³.

Russian (Dvoretsky)

παραδοξολόγος: рассказывающий о диковинных вещах Diog. L.

Greek (Liddell-Scott)

παραδοξολόγος: -ον, ὁ παράδοξα λέγων, Διογ. Λ. 8. 72, Γαλην. τ. 2, σ. 356, 14, 461, 11.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
νεοελλ.
αυτός που αφηγείται απίθανες ιστορίες
αρχ.
αυτός που αφηγείται θαυμαστά, εκπληκτικά πράγματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παράδοξα + -λόγος].

Greek Monotonic

παραδοξολόγος: -ον (λέγω), αυτός που λέει παράδοξα, ανορθόδοξα, πρωτάκουστα πράγματα.

Middle Liddell

παραδοξο-λόγος, ον, λέγω
telling of marvels.