σεμνοπρέπεια

From LSJ
Revision as of 12:24, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Βλάπτει τὸν ἄνδρα θυμὸς εἰς ὀργὴν πεσών → Nociva res est animus irae traditus → Es schadet, wenn des Mannes Sinn dem Zorn verfällt

Menander, Monostichoi, 71
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σεμνοπρέπεια Medium diacritics: σεμνοπρέπεια Low diacritics: σεμνοπρέπεια Capitals: ΣΕΜΝΟΠΡΕΠΕΙΑ
Transliteration A: semnoprépeia Transliteration B: semnoprepeia Transliteration C: semnoprepeia Beta Code: semnopre/peia

English (LSJ)

ἡ, grave, solemn bearing, D.L.8.36.

German (Pape)

[Seite 871] ἡ, würdiger, vornehmer Anstand, Würde im Aeußern; Diog. L. 8, 36; Synes.

Russian (Dvoretsky)

σεμνοπρέπεια:величавость, серьезность Diog. L.

Greek (Liddell-Scott)

σεμνοπρέπεια: ἡ, σοβαρός, σεμνὸς τρόπος, ἐξωτερικόν, μεγαλεῖον, Διογ. Λ. 8. 36· ἐπὶ προσφωνήσεων, ἡ, σὴ σεμν., ὡς τὸ παρ’ ἡμῖν «ἡ ὑμετέρα μεγαλειότης», Συνέσ. 266Β, κτλ.· ἐπὶ τῆς Παρθένου, Ἐκκλ.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ σεμνοπρεπής
σεμνοπρεπής συμπεριφορά, σοβαρή και σεμνή εμφάνιση και διαγωγή, ευπρέπεια
αρχ.
φρ. «ἡ σὴ σεμνοπρέπεια»
(ως προσφώνηση) η εξοχότητά σου.