μάργηλις

From LSJ
Revision as of 14:13, 1 March 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος")

τὸ μὴ γὰρ εἶναι κρεῖσσον ἢ τὸ ζῆν κακῶς → for it is better not to exist than to live in misery

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μάργηλις Medium diacritics: μάργηλις Low diacritics: μάργηλις Capitals: ΜΑΡΓΗΛΙΣ
Transliteration A: márgēlis Transliteration B: margēlis Transliteration C: margilis Beta Code: ma/rghlis

English (LSJ)

-εως or ιδος, ἡ, pearl, Philostr.Im.1.6.

Greek (Liddell-Scott)

μάργηλις: -εως, ἢ μαργηλίς, ίδος, ἡ, μαργαρίτης, Φιλόστρ. 700· - πρβλ. μαργέλλια.

Greek Monolingual

μάργηλις, -εως και μαργηλίς, -ίδος, ἡ (Α) μαργαρίτης, μαργαριτάρι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με το μαργέλλιον].

German (Pape)

ιδος, ἡ, die Perle, Sp.