φράζω

From LSJ
Revision as of 19:23, 2 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (13_7_3)

ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → for extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable (Corpus Hippocraticum, Aphorisms 1.6.2)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φράζω Medium diacritics: φράζω Low diacritics: φράζω Capitals: ΦΡΑΖΩ
Transliteration A: phrázō Transliteration B: phrazō Transliteration C: frazo Beta Code: fra/zw

English (LSJ)

S.Ph.25, etc.: poet. impf.

   A φράζον Pi.N.1.61: fut. φράσω [ᾰ] A.Pr.781, etc.: aor. 1 ἔφρᾰσα h.Ven.128, h.Merc.442, Hdt.2.150, etc.; poet. φράσα [ᾰ] Od.11.22, A.Ag.231 (lyr.); imper. φράσσατε Pi. P.4.117: pf. πέφρᾰκα Isoc.5.93, Phld.Po.5.23: Ep. aor. πέφρᾰδον, ἐπέφραδον used by Hom. mostly in 3sg., Il.14.500, al. (in Od.1.273, 8.142, πέφραδε is imper.); opt. πεφράδοι Il.14.335; inf. πεφραδέειν, πεφραδέμεν, Od.19.477, 7.49; 1sg. ἐπέφραδον only Il.10.127: also aor. 1 part. gen. φράδαντος dub. in IG5(2).261.15 (Mantinea, vi B. C.):— Med. and Pass., φράζομαι, Ep. imper. φράζεο, φράζευ, Il.5.440, 9.251; inf. φράζεσθαι Od.1.294: Ep.3sg. impf. φράζετο, φραζέσκετο, 11.624, h.Ap.346: fut. φράσομαι [ᾰ] Il.15.234, Ep. φράσσομαι Od.16.238: aor.1 ἐφρᾰσάμην 17.161, Ep. φρᾰσάμην 23.75; 3sg. and pl. ἐφράσσατο, φράσσαντο, 4.529, Il.15.671; imper. φράσαι Od.24.331, A.Ch.113; Ep. 3sg. subj. φράσσεται Od.24.217; Ep. inf. φράσσασθαι Orac. ap. Hdt.3.57: aor. Pass. ἐφράσθην Od.19.485, Hdt.1.84, E.Hec.546: pf. πέφρασμαι (in med. sense) A.Supp.438, (in pass. sense) Isoc.15.195; part., προ-πεφραδμένος Hes.Op.655.—The aor. Med. is chiefly Ep., also Archil.94, Sol.5.4, 34.1, A.Ch.113, E.Med.653 (lyr.):—point out, show (never say, tell, in Hom. acc. to Aristarch.), ἐς χῶρον ὃν φράσε Κίρκη Od.11.22, cf. Il.23.138, Od.15.424; also, show the way to, show where to find, ᾗ οἱ Ἀθήνη πέφραδε δῖον ὑφορβόν 14.3, cf. 8.68; σήματ'... τά οἱ ἔμπεδα πέφραδ' Ὀδυσσεύς showed, 19.250; μῦθον πέφραδε πᾶσιν show, make known the word to all, 1.273, cf. 8.142; δεῖξε καὶ ἔφρασε h.Ven.128; φράσσατέ μοι δόμους show me them, Pi.P.4.117; ἔφρασε τὴν ἀτραπόν Hdt.7.213; κόποι αὐτόματοι φράζουσι νούσους Hp.Aph. 2.5; δμώων δή τινα . . μοι φράσον Theoc.25.47; τὸ παράδειγμα ὃ ἂν φράζῃ ὁ ἀρχιτέκτων IG22.1668.96: abs., φωνῆσαι μὲν οὐκ εἶχε, τῇ δὲ χειρὶ ἔφραζε Hdt.4.113; ἀντὶ φωνῆς φράζε . . χερί A.Ag.1061.    2 show forth, tell, declare, λόγον, ἔπος, ὄνομα, Pi.O.2.60, A.Pers.173 (troch.), Supp.320; φ. τοῖσι ἥκουσι τὰ πρήγματα Hdt.6.100; ἑλοῦ γάρ, ἢ πόνωντὰ λοιπά σοι φράσω σαφηνῶς, ἢ τὸν ἐκλύσοντ' ἐμέ A.Pr.781; τιπρός τινα Hdt.1.68, Ar.Nu.359 (anap.), etc.: c. dupl. acc., φ. τινά τι Isoc. 15.100; τι Pl.Phdr.267b; περί τινος Isoc.15.117 (v. infr.); ἐπί τινος Id.Ep.6.8: rarely c. gen., tell of, τῆς μητρὸς ἥκω τῆς ἐμῆς φράσων, ἐν οἷς νῦν ἐστι S.Tr.1122: folld. by a relat. clause, φ. ὅτι . . Lys.1.23, Pl.Phdr.278b, etc.; φ. ὡς δεῖ γεωργεῖν X.Oec.16.8; φ. οἷ' ἐπορσύνθη κακά A.Pers.267, cf. Pr.995, etc.; with double constr., φ. τό τε ὄνομα καὶ ἐν ᾗ κώμῃ οἰκοῦσιν PRev.Laws 29.5 (iii B. C.): rarely c. part., πεφραδέειν πόσιν ἔνδον ἐόντα Od.19.477; οὐκ ἔφραζες σῆς προκείμενον νέκυν γυναικός E.Alc.1012: later c. acc. et inf., Phld. l.c.; explain (opp. λέγω, which means simply speak, say), φράσον ἅπερ γ' ἔλεξας declare, explain what thou didst say, S.Ph.559; φράζε δὴ τί φῄς Id.OT655; φράζουσιν ἃ λέγει X.An.2.4.18; φράζε λόγῳ S.Ph.49, Pl.Lg.814c; οὐχ ἁπλῶς εἰπεῖν ἀλλὰ σαφῶς φράσαι περὶ αὐτῶν Isoc.15.117, cf. Ep.1.2; σαφῶς φ. τοῖς βουλομένοις συνιέναι Aeschin.1.129; of teachers, Antipho 6.13, Pl.Tht.180b; of oracles, Ar.Eq.1048, Pl.46, Pl.Lg.923a, etc.; of letters, Plu.Cic.15: abs., τοῦτο φράζει ὅτι this signifies that... X.Smp.8.30.    b cultivate style or phrasing, opp. αὐτὸ τὸ γράφειν, Duris 1 J.    3 c. dat. pers. et inf., tell one to do so and so, ἵνα γάρ σφιν ἐπέφραδον ἠγερέθεσθαι Il. 10.127; δὴ γάρ μοι ἐπέφραδε . . Κίρκη (sc. ἰέναι) Od.10.549; τοῖς ἀνθρώποισι φ. σιγᾶν Ar.Pax98 (anap.); τὰ ὅπλα ὑπολαβεῖν Th.6.58, cf. 3.15.    4 abs., give counsel, advise, suggest, δόλος ἦν ὁ φράσας S.El.197 (lyr.).    II Med. and Pass., indicate to oneself, i.e. think or muse upon, consider, ponder, Ep., Ion., Trag., but not in Att. Prose; εὔκηλος τὰ φράζεαι ἅσσ' ἐθέλῃσθα Il.1.554; φράζεσθαι βουλήν, βουλάς, 18.313, Od.11.510; ἐνὶ φρεσὶ μῆτιν ἀμείνω Il.9.423; πάντα μετὰ φρεσίν Hes.Op.688; θυμῷ Il.16.646; ἐφράσθη καὶ ἐς θυμὸν ἐβάλετο Hdt.1.84; πρὸς ταῦτα φράζου bethink thee, S.El.383; ἀμφὶς φ. to think differently, Il.2.14: folld. by εἰ c. fut. indic., consider whether... 1.83, Od.10.192.    2 purpose, plan, contrive, φ. τινὶ κακά, θάνατον, ὄλεθρον, 2.367, 3.242, 13.373; μέγ' ὄνειαρ 4.444; ἐσθλά Il.12.212; φράσσατο Πατρόκλῳ μέγα ἠρίον 23.126; φράσσεται ὥς κε νέηται will contrive how... Od.1.205; φ. ὅπως ὄχ' ἄριστα γένοιτο 3.129, cf. S.Aj.1041.    3 c. acc. et inf., think, suppose, believe, imagine that... Od.11.624; οὐκ ἐφράζετο δυνατὸς εἶναι Hdt.3.154.    4 perceive, observe, οἷον ἐγὼν οἰωνὸν . . ἐφρασάμην Od.17.161; τὴν (sc. τὴν οὐλὴν) ἀπονίζουσα φρασάμην 23.75; with a part., τὸν δὲ φράσατο προσιόντα Il.10.339, cf. 23.453: later c. gen., χειμῶνος Arat.745; πομπᾶς Theoc.2.84: rarely c. part., ψυχὰν Ἀΐδᾳ τελέων οὐ φράζεται marks not that he will die, Pi.I.1.68.    5 watch, guard, [ὀρσοθύρην] Od.22.129.    6 beware of, ξύλινον λόχον Orac. ap. Hdt. 3.57: freq. in imper., φράζευ κύνα cave canem, Ar.Eq.1030 (hex.); φράσσαι κυναλώπεκα μή σε δολώσῃ ib.1067 (hex.); φράζεο δή, μὴ . . μάρψῃ Id.Pax 1099 (hex.), cf. Call.Lav.Pall.52: c. inf., φράζου μὴ πόρσω φωνεῖν S.El.213 (lyr.): abs., φράζου take care! A.Eu.130. (Perh. cf. Lith girdziù 'I hear', inf. girdēti.)

German (Pape)

[Seite 1302] zeigen, anzeigen, darlegen, angeben, von Hom. an häufige Homerische Formen: activ. aor. 1. φράσε Odyss. 11, 22, oft redupl. aor. 2., ἐπέφραδον Iliad. 10, 127, ἐπέφραδεν, πέφραδε, πεφράδοι Iliad. 14, 335, imperat. πέφραδε, πεφραδέμεν Odyss. 7, 49, πεφραδέειν Odyss. 19, 477; medium praes., φράζεαι, φραζώμεθα, imperat. φράζεο, φράζεσθαι u. s. w., imperf., φραζέσθην Odyss. 13, 373, φράζετο Iliad. 16, 646, φραζόμεθα Odyss. 3, 129, aor. 1. ἐφρασάμην, fut., φράσσεται, φράσομαι; pass. aor. in medialer Bedeutung, ἐφράσθης Odyss. 19, 485. 23, 260. Nach Homer aor. 1. activ. häufiger, Hymn. Hom. Ven. 128 Merc. 442 Hesiod. frgm. 29 Pind. I. 4, 38 Herodot. 7, 213; dazu praes. activ., φράζει Herodot. 6, 100, imperf. ἔφραζε 4, 113; perf. πέφρακα Isocrat. Philipp. p. 101; fut. φράσεις Aristoph. Vesp. 335, φράσων Soph. Tr. 1122; perf. med. πέφρασμαι Aeschyl. Suppl. 438; perf. pass. πέφρασται Isocrat. Ἀντιδ. §. 195, τὸ μήπω πεφρασμένον Isocrat. Περὶ τοῦ ζεύγ. p. 355; praes. pass. μαθεῖν τὰ φραζόμενα καὶ δεικνύμενα Xen. Cyrop. 4, 3,11. Das med. ist in Att. Prosa nicht gebräuchlich. – Das activ. hat bei Hom. nach Aristarchs Ansicht überall die Bedeutung »anzeigen«, διασημαίνειν, indicare, niemals die Bedeutung »sagen«, εἰπεῖν, und eben so wenig die Bedeutung des physischen »Zeigens«. welche denn doch wohl die ursprüngliche gewesen sein wird, und welche man versucht sein könnte in mehreren Homerischen Stellen anzunehmen, z. B. in der berühmten Stelle Iliad. 14, 500 ὁ δὲ φὴ κώδειαν ἀνασχών πέφραδέ τε Τρώεσσι καὶ εὐχόμενος ἔπος ηὔδα, er hob den Kopf wie eine κώδεια in die Höhe, zeigte ihn den Troern und sprach. Man vgl. z. B. Odyss. 7, 22. 29. 49, ὦ τέκος, οὐκ ἄν μοι δόμον ἀνέρος ἡγήσαιο Ἀλκινόου, τοιγὰρ ἐγώ τοι, ξεῖνε πάτερ, δόμον ὅν με κελεύεις δείξω, οὗτος δή τοι, ξεῖνε πάτερ, δόμος, ὅν με κελεύεις πεφραδέμεν; warum könnte hier πεφραδέμεν nicht das physische »zeigen« sein? – Daß φράζω bei Hom. niemals »sagen« heißt, ist unzweifelhaft. Odyss. 1, 273 heißt μῦθον πέφραδε πᾶσι »lege Allen den Sachverhalt dar«, »zeige an«, nicht »sprich das Wort«. Aehnlich πέφραδε μῦθον oder μύθῳ Odyss. 8, 142, welchen Vers übrigens nach Schol l. Didym. Zenodot, Aristophanes Byz. und Aristarch nicht kannten. – Das medium heißt »sich Etwas zeigen«, »sich Etwas anzeigen«, d. h. wahrnehmen, finden, erfinden, entdecken, ersinnen, überlegen, denken. Man kann dies »wahrnehmen« bei Hom. wohl überall vom rein Geistigen verstehn; doch sind auch hier wieder einige Stellen, wo es vielleicht eben so gut vom Physischen verstanden werden kann, z. B. Iliad. 10, 339 τὸν δὲ φράσατο προσιόντα Ὀδυσεύς. – Iliad. 1, 83 schrieb Zenodot σὺ δὲ φράσον εἴ με σαώσεις, »zeige mir an, ob du mich schützen wirst«, Aristarch dagegen σὺ δὲ φράσαι εἴ με σαώσεις, »überlege es dir, ob du mich schützen wirst«, s. Scholl. Aristonic. Ueber die ganze Aristarchische Lehre von der Bedeutung des Wortes s. Lehrs Aristarch. ed. 2 p. 84. – Neben δεικνύναι H. h. Ven. 128; ἐς χῶρον, ὃν φράσε Κίρκη Od. 11, 22; vgl. Il. 23, 138; ᾑ οἱ Ἀθήνη πέφραδε δῖον ὑφορβόν Od. 14, 3; σήματα πέφραδε, 19, 250. 23, 206. 24, 346; τῇ χειρὶ φράζειν, mit der Hand andeuten, ein Zeichen geben, Her. 4, 113; φράσσατέ μοι δόμους, zeiget sie mir, Pind. P. 4, 117; kundmachen, θεοῖσι δὲ πᾶσι μετελθὼν πεφράδοι Il. 14, 335; λόγον τινί, Pind. Ol. 2, 66; εἰ ῥητὸν φράσον Aesch. Prom. 767; σοὶ πρῶτον, Ἰοῖ, πολύδονον πλάνην φράσω 790; Soph. Phil. 49 u. sonst, wie Eur.; in Prosa, ἔφρασαν οὐδὲν τοῖσι ἀγγέλοις Her. 9, 10; ἔφρασέ οἱ τὴν ἀτραπόν 7, 213; φράζει αὐτοῖς πάντα τὰ παρεόντα πρήγματα 6, 100; φράσαι κάλλιστα περί τινος, Isocr. 2, 41; Plat. Polit. 262 c; τὰ τοιαῦτα τοῖς μαθηταῖς ἐπὶ σχολῆς φράζουσιν Theaet. 180 b; φράζε Λυσίᾳ ὅτι Phaedr. 278 b; τόδε δέ μοι φράζε ἔτι σαφέστερον Legg. I, 626 b; ἀλλ' ἐγὼ πειράσομαι φράσαι ὅ γέ μοι φαίνεται εἶναι ἡ ῥητορική Gorg. 463 e; Xen. u. A.; ἔπεμψεν ἐπιστολὴν φράζο υσαν ὡς μὴ δέοι Plut. Timol. 7; – c. inf., befehlen, hei ßen, ἵνα γάρ σφιν ἐπέφραδον ἠγερέεσθαι Il. 10, 127; Od. 8, 68; absolut, c. dat. der Person, δὴ γάρ μοι ἐπέφραδε πότνια Κίρκη 10, 549; vgl. Aesch. Eum. 593; einen Rath geben, eingeben, Soph. El. 190; vom Orakel, Ar. Equ. 1037 Plut. 46. – Häufig bei Dichtern und Her. im med. φράζομαι, φραζέσκετο H. h. Apoll. 19. 485, ἐφρασάμην, ἐφράσθην, πέφρασμαι; εὔκηλος τὰ φράζεαι ἅσσ' ἐθέλῃσθα Il. 1, 554; οὐ γὰρ ἔτ' ἀμ φὶς ἀθάνατοι φράζονται 2, 14, verschiedener Meinung sein; ἐπίφρονι βουλῇ φραζόμεθ' Ἀργείοισιν ὅπως ὄχ' ἄριστα γένοιτο Od. 3, 129; 17, 279. 20, 43. 23, 122; Aesch. Ch. 111. 585; Soph. Ant. 1035; Eur. u. Ar.; φράζεσθαι βουλάς, Od. 11, 510; θυμῷ Il. 16, 646; ὄφρ' ἄλλην φράζωνται ἐνὶ φρεσὶ μῆτιν 9, 423; μετὰ φρεσίν Hes. Op. 688; σοὶ κακὰ φράζονται, sie ersinnen dir Übles, Od. 2, 367; φραζέσθην μνηστῆρσιν ὑπερφιάλοισιν ὄλεθρον 13, 373; ἡμῖν φραζομένη θάνατον 24, 127; ὄνειαρ 4, 444; τινὶ ἠρίον, Einem ein Grabmahl zu setzen beschließen, Il. 23, 126; αὐτὸς ἐγὼ φράσομαι ἔργον τε ἔπος τε 15, 234; τὰ μὲν νοέω καὶ φράσσομαι, ἅσσ' ἂν ἐμοί περ αὐτῇ μηδοίμην Od. 5, 188; φράσσεται, ὥς κε νέηται 1, 205; meinen, sich einbilden, οὐ γὰρ ἔτ' ἄλλον φράζετο τοῦδέ τί μοι χαλεπώτερον εἶναι ἄεθλον 11, 624; bemerken, wahrnehmen, τὸν δὲ φράσατο προσιόντα, Il. 10, 339; 15, 671. 23, 450. 453. 24, 352 Od. 17, 161; ἐφράσθη καὶ εἰς θυμὸν ἐβάλετο Her. 1, 84, vgl. 5, 92. 7, 46. 9, 19; – erkennen, einsehen, begreifen, οἱ δ' ἐπεὶ ἀλλήλους εἶδον, φράσσαντό τε πάντα Od. 10, 453; εὖ νυ καὶ αὐτὸς ἐγὼ φράσομαι καὶ εἴσομ' ἑκάστην 19, 501; vgl. 21, 222. 12, 75. 114; τὶ ὀφθαλμοῖς, 24, 217; τὶ θυμῷ, 24, 391; beobachten, im Auge behalten, 22, 129; sich wovor hüten, φράσσασθαι ξύλινον λόχον Orac. bei Her. 3, 57; Pind. I. 1, 68; ἐφράσθη N. 5, 34; λάβε, φράζου Aesch. Eum. 125; c. gen., voraussehen, ahnen, Arat. 744 χειμῶνος ἐφράσσατο.