βιβλίον

From LSJ
Revision as of 09:46, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_22)

Δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή → Mulier fit domina sponso, simulac senuerit → Die Frau beherrscht, sobald er alt, den Bräutigam

Menander, Monostichoi, 129
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βιβλίον Medium diacritics: βιβλίον Low diacritics: βιβλίον Capitals: ΒΙΒΛΙΟΝ
Transliteration A: biblíon Transliteration B: biblion Transliteration C: vivlion Beta Code: bibli/on

English (LSJ)

or βυβλίον, τό,

   A strip of βύβλος, Thphr.HP4.8.4: hence, paper, document, Hdt.1.123, 3.128, Ar.Av.974, etc.; τὸ β. τοῦ ψηφίσματος IG22.1.61; β. ἀποστασίου notice of divorce, Ev.Matt.19.7.    2 = βιβλίδιον, petition to the Government, = Lat. libellus, BGU422 (ii A. D.), POxy.86.16 (iv A. D.), etc.    3 = δέλτος, tablet, LXX To.7.14.    II book, Eup.304, Theognet.1.8, Pl.Ap.26d, etc.; μέγα β. ἴσον τῷ μεγάλῳ κακῷ Call.Fr.359.    2 book as the division of a work, ἐν τῷ πρώτῳ β. Dsc.2 Praef., Ph.1.329, etc.    3 τὰ β. place in which books are kept, library, ἀνεθήκατε εἰς τὰ β. D.Chr.37.8.    4 τὰ β. τὰ ἅγια the sacred books or Scriptures, LXX 1 Ma.12.9; τὰ β. τοῦ νόμου ib.1.56.

German (Pape)

[Seite 444] τό, dim. von βίβλος, Büchlein, Brief, Her. 1, 123 u. öfter; Plat. u. Folgde; meist ohne Diminutivbdtg, vgl. βυβλίον.

Greek (Liddell-Scott)

βιβλίον: τό, ὑποκορ. τοῦ βίβλος, μικρὰ πραγματεία, ἐπιστολή, Ἡρόδ. 1. 123., 3. 128, Ἀριστοφ. Ὄρν. 974, Ξεν. κ. ἀλλ.· συχνάκις δὲ γράφεται βυβλίον. 2) περγαμηνή, πίναξ, ἔγγραφον, Ἑβδ. (Τωβ. ζ΄, 14). ΙΙ. ἄνευ τῆς ὑποκορ. ἐννοίας, ὡς παρ’ ἡμῖν = βίβλος, Θεόγνητ. Φάσμ. 1, Ἀριστ. Φυτ. 2. 2, 1. 2) βιβλίον ὡς διαίρεσις ἔν τινι ἔργῳ, ἐν τῷ πρώτῳ βιβλίῳ Διοσκ. 2 προοιμ. 3) τὰ βιβλία, μέρος ἔνθα τὰ βιβλία φυλάττονται, βιβλιοθήκη, ἀνεθήκατε εἰς τὰ β. Δίων Χρ. 2. 104. 4) τὰ βιβλία τὰ ἅγια, τὰ βιβλία τῆς ἁγ. Γραφῆς, Ἑβδ. (1 Μακκ. ιβ΄, 9).