σιτοφύλακες
ὃν οὐ τύπτει λόγος οὐδὲ ῥάβδος → if words don't get through, neither a beating will | if the carrot doesn't work, the stick will not work either | whom words do not strike, neither does the rod
English (LSJ)
οἱ,
A corn-inspectors, Athenian officers who registered imports of corn, and superintended the sale of corn, flour, and bread, Lys.22.16, D.20.32, Arist.Ath.51.3. II similar officers at Tauromenium, IG14.423 i 25, al. (in metaplast. dat. σιτοφυλάκοις).
German (Pape)
[Seite 886] obrigkeitliche Personen in Athen, anfangs drei, dann zehn in der Stadt u. fünf im Peiräeus, die das eingeführte Getreide aufzeichneten und die Aufsicht über Korn, Mehl, Brot hatten, daß es uach gesetzlichem Maaß und Gewicht verkauft werde, Böckh Staatshaush. I p. 70; Lys. 22, 16, Dem. 20, 32, Harpocr.
Greek (Liddell-Scott)
σῑτοφύλᾰκες: οἱ, Ἀθηναῖοι ὑπάλληλοι κατ’ ἀρχὰς τρεῖς, ἀλλὰ μετὰ ταῦτα πέντε κατὰ τὸ ἄστυ καὶ πέντε ἐν Πειραιεῖ, καταγράφοντες πᾶσαν εἰσαγωγὴν σίτου καὶ ἐπιβλέποντες τὴν πώλησιν τοῦ σίτου, ἀλεύρου καὶ ἄρτου, ὥστε νὰ γίνηται αὕτη κατὰ τὰ νόμιμα μέτρα, Λυσ. 165. 35, Δημ. 467. 5, Ἀριστ. Ἀποσπ. 411, ἴδε 396˙ πρβλ. Böckh P. E. 1, σ. 113. ΙΙ. ὅμοιοι ὑπάλληλοι ἐν Ταυρομενίῳ, Συλλ. Ἐπιγρ. 5640 Ι. 28, ΙΙ, 26, κ. ἀλλ. (ἔνθα γίνεται χρῆσις τῆς κατὰ μεταπλασμ. δοτ. σιτοφυλάκοις), ἴδε Franz σ. 643.