ἀνυποδησία
From LSJ
κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education
English (LSJ)
ἡ,
A a going barefoot, Pl.Lg.633c, X.Lac.2.3.
German (Pape)
[Seite 266] (unatt. ἀνυποδεσία), ἡ, Schuhlosigkeit, Barfußgehen, Plat. Legg. I, 633 c Xen. Lac. 2, 3.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνυποδησία: ἡ, τὸ μὴ ἔχειν εἰς τοὺς πόδας ὑποδήματα, τὸ εἶναί τινα ἀνυπόδητον, Πλάτ. Νόμ. 633C, Ξεν. Λακ. 2. 3.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
action d’aller pieds nus.
Étymologie: ἀνυπόδητος.