Βάττος

From LSJ
Revision as of 14:29, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (SL_1)

Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes

Source

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
Battos :
1 roi de Cyrène;
2 général corinthien;
3 autres.
Étymologie: DELG onomatopée.

English (Slater)

Βάττος also called Aristoteles, of Thera, son of Polymnestos, founder of Cyrene on Apollo's instructions.
   1 ἱέρεα χρῆσεν οἰκιστῆρα Βάττον καρποφόρου Λιβύας (P. 4.6) ἐπέγνω μὲν Κυράνα καὶ τὸ κλεεννότατον μέγαρον Βάττου δικαιᾶν Δαμοφίλου πραπίδων (P. 4.280) ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος (P. 5.55) εὔχομαί νιν Ὀλυμπίᾳ τοῦτο δόμεν γέρας ἔπι Βάττου γένει (P. 5.124)