οἰακοστρόφος
From LSJ
καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)
English (LSJ)
ὁ,
A = οἰακονόμος, Pi.I.4(3).71(89), A.Th.62, E.Med.523 ; ἀνάγκης οἰ. A.Pr.515, etc.
Greek (Liddell-Scott)
οἰᾱκοστρόφος: ὁ, = οἰακονόμος, Πινδ. Ι. 4. 121, Αἰσχύλ. Θήβ. 62, Εὐρ. Μήδ. 524· οἰακ. ἀνάγκης Αἰσχύλ. Πρ. 515, κλ.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui dirige (propr. qui fait tourner) le gouvernail.
Étymologie: οἴαξ, στρέφω.
English (Slater)
οἰακοστρόφος
1 guiding the tiller met. διπλόαν νίκαν ἀνεφάνατο κυβερνατῆρος οἰακοστρόφου γνώμᾳ πεπιθὼν πολυβούλῳ sc. of the trainer Orseas (I. 4.71)