ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος → where there is no pain, no sorrow, no sighing, but life everlasting
Full diacritics: διᾱνεκής | Medium diacritics: διανεκής | Low diacritics: διανεκής | Capitals: ΔΙΑΝΕΚΗΣ |
Transliteration A: dianekḗs | Transliteration B: dianekēs | Transliteration C: dianekis | Beta Code: dianekh/s |
ές,
A v. διηνεκής.
διᾱνεκής: -ές, Δωρ. καὶ Ἀττ. τύπος ἰσοδύναμος τῷ διηνεκής, ὃ ἴδε.
v. διηνεκής.