νυνί

From LSJ
Revision as of 17:46, 25 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (strοng)

ἐν δὲ κοινὸς ἀρσένων ἴτω κλαγγά → and let the shouts of males rise jointly

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νῡνί Medium diacritics: νυνί Low diacritics: νυνί Capitals: ΝΥΝΙ
Transliteration A: nyní Transliteration B: nyni Transliteration C: nyni Beta Code: nuni/

English (LSJ)

Att. form of νῦν, strengthd. by -ῑ demonstr.,

   A now, at this moment, mostly of the present, IG12.98.3, etc. : freq. in Com., Ar. Ach.325, Ra.290, Pherecr.41, Men.Her.27, etc. : less freq. with past tenses, ὧν ν. διέβαλλε D.18.14 ; ν. συνεληλύθαμεν Isoc.6.7 ; ν. ἐβουλήθη Is.1.20 ; ν. βοηθήσαντες συνκατετάττοντο IG22.237.11 (iv B. C.) : also with fut., ν. δὲ πειράσομαι Aeschin.2.25, cf. Isoc.18.35 : c. aor. imper., ν. μεταγνώτω Th.4.92 : rarely in the sense, as the case stands (cf. νῦν 1.4), D.21.129, Lycurg.Fr.31.—Never in Trag. (E.Supp.306 is corrupt) : Com. also have νυνμενί, for νυνὶ μέν, Ar. Av.448 ; νυνδί, for νυνὶ δέ, Id.Eq.1357, Antiph.190.16 ; cf. νυνγαρί, for νυνὶ γάρ, Eust.45.3.

Greek (Liddell-Scott)

νῡνί: Ἀττ. τύπος τοῦ νῦν, ἐπιτεταμ. διὰ τοῦ δεικτικοῦ -ῑ τώρα δά, κατὰ ταύτην τὴν στιγμήν, ἐν χρήσει σχεδὸν ἀποκλειστικῶς ἐπὶ τοῦ παρόντος· σπανίως μετὰ τοῦ παρατ. ἢ μέλλ. (ἴδε νῦν Ι. 2), ὧν ν. διέβαλλε Δημ. 229. 23· ν. δὲ πειράσομαι Αἰσχίν. 31. 29· - τὸ νυνί, ὡς καὶ ἄλλοι τύποι εἰς -ί, οὐδέποτε ἦτο ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Τραγ., ἂν καὶ εἰσήχθη ὑπό τινος ἀντιγραφέως εἰς τὸ χωρίον ἐν Εὐρ. Ἱκ. 306, ἴδε Πόρσ. εἰς Μήδ. 157· οὕτω καὶ τὸ ἐν τῇ κοινολεκτουμένῃ Ἀττικῇ νυνγαρί, ἀντὶ νυνὶ γάρ, Εὐστ. 45. 3· νυνμενί, ἀντὶ τοῦ νυνὶ μέν, Ἀριστοφ. Ὄρν. 448· νυνδί, ἀντὶ τοῦ νυνὶ δέ, ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 1357, Πλ. 1033, πρβλ. Ἀντιφ. ἐν «Πλουσίοις» 1. 16.

French (Bailly abrégé)

1d’ord. enclit. νυν, ou devant une consonne νυ;
adv.
donc :
1 pour marquer la suite d’un raisonnement : ἧκε δὲ βέλος, οἱ δέ νυ λαοὶ θνῇσκον IL il lança un trait, et les troupes mouraient;
2 avec un impér. : ἄγε νυν ATT allons donc;
3 pour renforcer une affirmation : ἦ ῥά νυν certes oui !.
2adv.
att. c. νῦν.

English (Strong)

a prolonged form of νῦν for emphasis; just now: now.