ἀπουσία

From LSJ
Revision as of 17:52, 25 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (strοng)

Νέος ὢν ἀκούειν τῶν γεραιτέρων θέλε → Audi libenter, ipse adhuc iuvenis, senes → Als junger Mann hör' gerne auf die Älteren

Menander, Monostichoi, 384
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπουσία Medium diacritics: ἀπουσία Low diacritics: απουσία Capitals: ΑΠΟΥΣΙΑ
Transliteration A: apousía Transliteration B: apousia Transliteration C: apousia Beta Code: a)pousi/a

English (LSJ)

ἡ, (ἀπεῖναι)

   A absence, A.Ag.1259, E.Hec.962, Th.1.70, Ep.Phil.2.12, etc.    II waste, as in smelting ore, Arist.Mete.383b3, Agatharch.28; τρῖψις καὶ ἀ. POxy.1273.32 (iii A.D.).    III = ἀποσπερματισμός, Plu.2.364d.

German (Pape)

[Seite 333] ἡ, 1) die Abwesenheit, Aesch. Ag. 889. 1232; Dem. 1, 3. – 2) das Fehlende, der Verlust, ὀλίγης ἀπουσίας D. Sic. 3, 14. – 3) = ἀποσπερματισμός Plut. Is. 34.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπουσία: ἡ, (ἀπεῖναι) τὸ μὴ παρεῖναι, ἀπουσία ὡς καὶ νῦν, λέοντος εὐγενοῦς ἀπουσίᾳ Αἰσχύλ. Ἀγ. 1259, τῆς ἐμῆς ἀπουσίας Εὐρ. Ἑκ. 962, Θουκ. 1. 70, κτλ. ΙΙ. «ἀπόλειψις» (Ἡσύχ.) ἀπώλεια, κοιν. «φύρα», ὡς π.χ. κατὰ τὴν χώνευσιν μεταλλούχου γῆς, ἀπουσίαν γίγνεσθαι πολλὴν (δηλ. ἀπορρεῖν πολλὰ τοῦ σιδήρου τηκομένου) καὶ τὸν σταθμὸν ἐλάττω Ἀριστ. Μετεωρ. 4. 6, 10, Διόδ. 3. 14. ΙΙΙ. = ἀποσπερματισμός καὶ γὰρ οἱ Ἕλληνες τὴν τοῦ σπέρματος πρόεσιν ἀπουσίαν καλοῦσι, καὶ συνουσίαν τὴν μῖξιν Πλούτ. 2. 364D, ἴδε Οὐϋττεμβ. ἐν τόπῳ.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
absence.
Étymologie: part. prés. de ἄπειμι¹.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 de pers. ausencia A.A.915, E.Hec.962, IA 651, cf. 1172, Rh.467, Th.1.70, Hp.Ep.13, Them.ad Lib.13, D.1.3, PCair.Zen.631.12 (III a.C.), Ep.Phil.2.12, PAmh.135.5 (II d.C.), BGU 2240.8 (II d.C.), I.AI 2.56, Polyaen.4.3.4, de anim. λέοντος εὐγενοῦς ἀπουσίᾳ A.A.1259, τῶν ἐλάφων la lejanía de las corzas X.Cyn.9.10
abstención τῇ αὐτῇ ἀπουσίᾳ τοῖς μὲν οὐκ ἠμύνατε σωθῆναι con esta abstención no los habéis defendido para salvarlos Th.6.80
abandono Hsch.
2 de cosas y abstr. falta, carencia op. κτῆσις: ἐκ τῶν τριήρων D.22.12, fil. τὸ δὲ μὴ ἔστιν ... μὴ ἄλλο τι σημαίνει ἢ οὐσίας ἀπουσίαν ...; Pl.Prm.163c, ἀγαθοῦ Plot.1.8.11, cf. 1.8.1, 6.7.1, φιάλης IG 22.839.84 (III a.C.)
del frío y del calor, Hp.de Arte 9, cf. Ar.Did.13
hueco, vacío ὁ γνωστικὸς οὗτος ... τὴν ἀποστολικὴν ἀπουσίαν ἀνταναπληροῖ Clem.Al.Strom.7.12.77.
3 merma, desgaste, pérdida de metales al ser fundidos, Arist.Mete.383b3, PCair.Zen.662.2 (III a.C.), Agatharch.28, D.S.3.14
de la lana tras desmugrarla PZen.Col.113.33
esp. de monedas déficit, Num.Chron.1950.1-22
de efectivos milit., Plb.12.19.3
de objetos de valor y ropas τρῖψις καὶ ἀ. POxy.1273.32 (III d.C.), cf. POxy.3491.19 (II d.C.).
4 polución τὴν τοῦ σπέρματος πρόεσιν ἀπουσίαν καλοῦσιν Plu.2.364d, cf. Clem.Al.Paed.2.10.94.

English (Strong)

from the participle of ἄπειμι; a being away: absence.