μηδεμίαν εἶναι προθεσμίαν τῆς ἐπιλήψεως → there shall be no limit of time set to making a claim
-η, -ο (AM ἄσπιλος, -ον)1. ο ακηλίδωτος, ο καθαρός2. (μτφ., με ηθική σημ.) ο άψογος, ο αγνός.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < α-στερ. + σπίλος (ΙΙ) «στίγμα, κηλίδα, λεκές, μίασμα»].