αέτειος

From LSJ

ἡ γὰρ σιωπὴ τοῖς σοφοῖσιν ἀπόκρισιςsilence, you see, is an answer for the wise (Menander)

Source

Greek Monolingual

-α, -ο
ἀέτειος, -ον) ἀετός
λέγεται για σωματικά ή ψυχικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου, όμοια με αυτά του αετού (π. χ. βλέμμα, μύτη, σκέψη κ.λπ.)
αρχ.
αυτός που ανήκει στον αετό, ο σχετικός με αυτόν, αετήσιος.