Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes
η αδειανός1. κενός χώρος2. έλλειψη αισθήματος, σκέψης, τέχνης ή φαντασίας, κουφότητα, κενότητα.