Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αλδαίνω

From LSJ

Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection

Porphyry, Sententiae, 25

Greek Monolingual

ἀλδαίνω (Α)
1. κάνω κάτι να αυξηθεί, τρέφω, δυναμώνω
2. αυξάνομαι, πληθαίνω
3. εξαγγέλλω, αποκαλύπτω.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Ρήμα κυρίως ποιητικό, που πρέπει να προέρχεται από τη ρίζα που απαντά και στο επίθ. ἄν-αλ-τος επαυξημένη με -δ-. Από την ίδια ρίζα προέρχονται επίσης και οι σημασιολογικά συγγενείς ρηματικοί τ. ἤλδανε (τ. παρατατ. που απαντά στον Όμηρο) και ἀλδήσκω (επαυξημένος τ. που απαντά στην Ιλιάδα).
ΠΑΡ. αρχ. ἄλδη.
ΣΥΝΘ. αρχ. ἀναλδής, εὐαλδής, νεαλδής, πολυαλδής. συναλδής.