Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either
το αναβράζω
1. βρασμός, βράση
2. ερεθισμός, έξαψη
3. ο παφλασμός που προέρχεται από την πτώση αντικειμένου σε υγρή επιφάνεια.