Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ανεμιστήρας

From LSJ

Δοῦλος πεφυκὼς εὐνόει τῷ δεσπότῃ → Hero bene cupias servitutem serviens → Sei deinem Herrn, bist du auch Sklave, wohlgesinnt

Menander, Monostichoi, 116

Greek Monolingual

ο
μηχάνημα που παράγει ρεύμα αέρα και έτσι δημιουργεί δροσιά στον χώρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανεμίζω. Η λ. μαρτυρείται από το 1876 στον φυσιοδίφη Κ. Μητσόπουλο].