αντίον

From LSJ

τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)

Source

Greek Monolingual

(I)
ἀντίον, το (AM) αντί
1. κυλινδρικό όργανο του υφαντικού ιστού, το αντί
αρχ.
ολόκληρος ο υφαντικός ιστός, ο αργαλιός.
(II)
ἀντίον επίρρ. (AM)
βλ. αντίος.