βιωτέον
From LSJ
αὐτὸν κέκρουκας τὸν βατῆρα τοῦ λόγου → you have struck the very threshold of the argument, you have struck the most important and chiefmost point
English (LSJ)
one must live, Pl.Grg. 500d, Lib.Decl.35.15.
Spanish (DGE)
hay que vivir c. ac. int. εἰ ἔστον τούτω διττὼ τὼ βίω, σκέψασθαι ... ὁπότερον β. αὐτοῖν Pl.Grg.500d, cf. Lib.Decl.35.15, μέχρι τοσῶνδε ἐτῶν β. σοι M.Ant.6.49.
Greek (Liddell-Scott)
βιωτέον: ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ζήσῃ, Πλάτ. Γοργ. 500D.
Greek Monotonic
βιωτέον: ρημ. επίθ. του βιόω, πρέπει κάποιος να βιώσει, σε Πλάτ.