βοοδμητήρ

From LSJ

Ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρίαRoot of all the evils is the love of money (Radix omnium malorum est cupiditas)

The Bible, 1 Timothy, 6:10
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βοοδμητήρ Medium diacritics: βοοδμητήρ Low diacritics: βοοδμητήρ Capitals: ΒΟΟΔΜΗΤΗΡ
Transliteration A: boodmētḗr Transliteration B: boodmētēr Transliteration C: voodmitir Beta Code: boodmhth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ, (< δαμάω) slaying oxen, λέοντε QS. 1.524, cf. 587.

Spanish (DGE)

-ῆρος dominador de toros λέοντε Q.S.1.524, cf. 587.

German (Pape)

[Seite 453] ῆρος, Stierbändiger, -überwältiger, λέων Qu. Sm. 1, 524. 588.

Greek (Liddell-Scott)

βοοδμητήρ: ῆρος, ὁ, (δαμάω) ὁ δαμάζων βοῦς, Κόϊντ. Σμ. 1. 524, 587.

Greek Monolingual

βοοδμητήρ (-ῆρος), ο (Α)
φρ. «βοοδμητήρ λέων» — το λιοντάρι που δαμάζει, που κατανικά τα βόδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βους (βοός) + δμητήρ «δαμαστής» < (θ.) δμη- (πρβλ. δάμνημι «δαμάζω»)].