ἐν ἐμοὶ αὐτῇ στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα → my heart beats up to my throat
Full diacritics: γνοφώδης | Medium diacritics: γνοφώδης | Low diacritics: γνοφώδης | Capitals: ΓΝΟΦΩΔΗΣ |
Transliteration A: gnophṓdēs | Transliteration B: gnophōdēs | Transliteration C: gnofodis | Beta Code: gnofw/dhs |
γνοφῶδες, dark, gloomy, ib.Pr.7.9, Ph.2.109, Plu.2.949a.
v. δνοφώδης.
γνοφώδης, -ες (Α) γνόφος
σκοτεινός.
ες, dunkel; φυσήματα αἰθέρος Eur. Tr. 79; Plut.