δευτεροταγής
Ἐπ' ἀνδρὶ δυστυχοῦντι μὴ πλάσῃς κακόν → Miseri miseriae ne quid affingas mali → Vermehre nicht dem Unglücksraben noch sein Leid
English (LSJ)
δευτεροταγές, in the second series, Nicom.Ar.1.13.
Spanish (DGE)
-ές
mat. de la segunda serie en la tabla de Eratóstenes para hallar los números primos, Nicom.Ar.1.13.
German (Pape)
[Seite 553] ές, an die zweire Stelle gestellt, Nicom. Arithm. 1, 13.
Greek (Liddell-Scott)
δευτεροτᾰγής: -ές, τεταγμένος εἰς τὴν δευτέραν θέσιν, Νικόμ. Ἀριθμ. 18.
Greek Monolingual
-ές (Α δευτεροταγής, -ές)
νεοελλ.
φρ.
1. «δευτεροταγής αλκοόλη» — οργανική ένωση που περιέχει στο μόριο της τη δισθενή ρίζα =CHOH
2. «δευτεροταγής οξίνη» — οργανική ένωση που περιέχει στο μόριο της τη δισθενή ρίζα =ΝΗ
3. «δευτεροταγές άτομο άνθρακος» — άτομο άνθρακα ενωμένο απευθείας με δύο άλλα άτομα άνθρακα
αρχ.
τοποθετημένος στη δεύτερη θέση.