διανοητής

From LSJ

Καὶ τῶν λεγόντων εὖ καλὸν τὸ μανθάνειν → It is a fine thing to learn from those who speak well

Sophocles, Antigone, 722
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διανοητής Medium diacritics: διανοητής Low diacritics: διανοητής Capitals: ΔΙΑΝΟΗΤΗΣ
Transliteration A: dianoētḗs Transliteration B: dianoētēs Transliteration C: dianoitis Beta Code: dianohth/s

English (LSJ)

διανοητοῦ, ὁ, one who thinks, gloss on φρόνιμος, Hsch.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ que piensa, inteligente glos. a φρόνιμος Hsch.

Greek Monolingual

ο (Α διανοητής) διανοούμαι
διανοούμενος, στοχαστής
αρχ.
ο φρόνιμος, ο συνετός.