διαπετής

From LSJ

ὦ φίλον ὕπνου θέλγητρον, ἐπίκουρον νόσου → o dearest charm of sleep, ally against sickness

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαπετής Medium diacritics: διαπετής Low diacritics: διαπετής Capitals: ΔΙΑΠΕΤΗΣ
Transliteration A: diapetḗs Transliteration B: diapetēs Transliteration C: diapetis Beta Code: diapeth/s

English (LSJ)

διαπετές, spread out, unfolded, open, Hp.Cord.10.

Spanish (DGE)

-ές
desplegado, extendido ἶνες ... ὁκοῖον ἀράχναι διαπετέες Hp.Cord.10.

German (Pape)

[Seite 595] ές, ausgebreitet, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

διαπετής: -ές, ἀναπεπταμένος, διηπλωμένος, ἀνοικτός, ἐκ τοῦ Ἱππ. ὁκοῖον ἀράχναι διαπετέες.

Greek Monolingual

διαπετής, -ές (Α)
απλωμένος, ανοιχτός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < διά + -πετής < πέτομαι].