δύσπλυτος
From LSJ
ὁποία δ' ἦν αὕτη ἡ παίδευσις δύναταί τις γιγνώσκειν διάλογόν τινα τοῦ Πλάτωνος σκοπῶν → It's possible to find out what kind of education that was by examining one of Plato's dialogues
English (LSJ)
δύσπλυτον, hard to wash clean, Hp.Mul.2.122.
Spanish (DGE)
-ον
difícil de limpiar una mancha δύσπλυτα ἐμμένει Hp.Mul.2.122, λάχανα Hsch.s.u. δυσβράκανον
•fig. del pecado ὁ δ. τῆς ἁμαρτίας ... ῥύπος Amph.Or.4.200.
German (Pape)
[Seite 687] schwer abzuwaschen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
δύσπλῠτος: -ον, δυσκόλως πλυνόμενος, ἰμάτια Ἱππ. 644. 40.