εικονομαχία
From LSJ
αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.
Greek Monolingual
η (Μ εἰκονομαχία)
1. ο αγώνας εναντίον της προσκυνήσεως τών ιερών εικόνων
2. η μεταρρυθμιστική κίνηση που εκδηλώθηκε στο Βυζάντιο (730-843 μ.Χ.).