εὐρυμενής

From LSJ

θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei

Menander, Monostichoi, 252
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐρῠμενής Medium diacritics: εὐρυμενής Low diacritics: ευρυμενής Capitals: ΕΥΡΥΜΕΝΗΣ
Transliteration A: eurymenḗs Transliteration B: eurymenēs Transliteration C: evrymenis Beta Code: eu)rumenh/s

English (LSJ)

εὐρυμενές, broad and strong, τεῖχος, Φᾶσις, Orph. A.987,1052.

German (Pape)

[Seite 1095] ές, breit u. gewaltig, τεῖχος Orph. Arg. 990, Φᾶσις 1055.

Greek (Liddell-Scott)

εὐρυμενής: -ές, εὐρὺς καὶ ἰσχυρός, τεῖχος, Φᾶσις Ὀρφ. Ἀργ. 958. 1050.

Greek Monolingual

εὐρυμενής, -ές (Α)
ευρύς και ισχυρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ- + -μενής (< μένος), πρβλ. δυσμενής, ευμενής].