θαυματούργημα

From LSJ

ἤπειρον εἰς ἄπειρον ἐκβάλλων πόδα → departing to the limitless mainland

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θαυμᾰτούργημα Medium diacritics: θαυματούργημα Low diacritics: θαυματούργημα Capitals: ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗΜΑ
Transliteration A: thaumatoúrgēma Transliteration B: thaumatourgēma Transliteration C: thavmatoyrgima Beta Code: qaumatou/rghma

English (LSJ)

-ατος, τό, wonder-work, Ph.2.93(pl.), Hld.10.39.

German (Pape)

[Seite 1189] τό, Wunder, Gaukelei, Heliod. 10, 39.

Greek (Liddell-Scott)

θαυμᾰτούργημα: τό, ἔργον θαυμάσιον, θαῦμα, Ἡλιόδ. 10. 39.

Greek Monolingual

το (Α θαυματούργημα) θαυματουργώ
1. έργο αξιοθαύμαστο, αριστούργημα
2. θαύμα.