θηρατήρ

From LSJ

Κρεῖττον σιωπᾶν ἐστιν ἢ λαλεῖν μάτην → Silentium anteferendum est vaniloquentiae → Das Schweigen übertrifft vergebliches Geschwätz

Menander, Monostichoi, 290
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θηρᾱτήρ Medium diacritics: θηρατήρ Low diacritics: θηρατήρ Capitals: ΘΗΡΑΤΗΡ
Transliteration A: thēratḗr Transliteration B: thēratēr Transliteration C: thiratir Beta Code: qhrath/r

English (LSJ)

Ion. θηρητήρ, -ῆρος, ὁ, poet. for θηρατής, Il. 5.51, etc.; ἀνδρὸς θηρητῆρος 21.574; κοῦροι θ. 17.726.

German (Pape)

[Seite 1209] ῆρος, ὁ, Jäger, Philostr. S. θηρητήρ.

French (Bailly abrégé)

ῆρος (ὁ) :
chasseur.
Étymologie: θηράω.

Greek (Liddell-Scott)

θηρᾱτήρ: Ἰων. -ητήρ, ῆρος, ὁ, ποιητ. ἀντὶ θηρατής, Ἰλ. Ε. 51, κτλ.· θηρητῆρος ἀνδρὸς Φ. 574· ἄνδρες θ. Μ. 170· κοῦροι θ. Ρ. 726· τῶν ἀδήλων θ. Φιλόστρ. 864.

Greek Monolingual

θηρατήρ και ιων. τ. θηρητήρ, ὁ (Α) θηρώ
ποιητ. τ. του θηρατής.

Greek Monotonic

θηρᾱτήρ: Ιων. -ητήρ, -ῆρος, ὁ (θηράω), κυνηγός, θηρευτής, σε Ομήρ. Ιλ.

Middle Liddell

θηράω
a hunter, Il.