Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
Μολὼν λαβέ → Come and take them
-η, -ό καυτός1. αυτός που καίει, πολύ θερμός, ζεματιστός, καυστικός2. μτφ. τσουχτερός, δριμύς3. το ουδ. ως ουσ. το καυτερόειδικό εργαλείο που χρησιμεύει για το ψάρεμα τών καλαμαριών.