καυχητής

From LSJ

Ξένοις ἐπαρκῶν τῶν ἴσων τεύξῃ ποτέ → Bene de extero quid meritus exspectes idem → Hilf Fremden und dereinst wird Gleiches dir geschehn

Menander, Monostichoi, 391
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καυχητής Medium diacritics: καυχητής Low diacritics: καυχητής Capitals: ΚΑΥΧΗΤΗΣ
Transliteration A: kauchētḗs Transliteration B: kauchētēs Transliteration C: kafchitis Beta Code: kauxhth/s

English (LSJ)

καυχητοῦ, ὁ, boaster, Sch.Il.7.96:—written καυχ-ηστής, EM121.6.

German (Pape)

[Seite 1409] ὁ, der Prahler, Schol. Il. 7, 96, Erkl. von ἀπειλητήρ. Bei E. M. 206, 22 f.l. καυχηστής.

Greek (Liddell-Scott)

καυχητής: -οῦ, ὁ, καυχώμενος, ὁ Σχολ. εἰς Ὁμ. Ἰλ. Η. 96 ἑρμηνεύει «ἀπειλητῆρες = καυχηταί», πρβλ. Λοβεκ. Παραλ. 449.

Greek Monolingual

καυχητής και καυχηστής, ὁ (Α) καυχώμαι
καυχηματίας, καυχησιάρης.