κελευσματικῶς

From LSJ

Ὁ δ' ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ → The unexamined life is not worth living

Plato, Apology of Socrates 38a
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κελευσματικῶς Medium diacritics: κελευσματικῶς Low diacritics: κελευσματικώς Capitals: ΚΕΛΕΥΣΜΑΤΙΚΩΣ
Transliteration A: keleusmatikō̂s Transliteration B: keleusmatikōs Transliteration C: kelefsmatikos Beta Code: keleusmatikw=s

English (LSJ)

Adv. by way of command, Eust.1080.63.

German (Pape)

[Seite 1415] befehlend, Eust. 1080, 63.

Greek (Liddell-Scott)

κελευσματικῶς: Ἐπίρρ., διὰ κελεύσματος, προστακτικῶς διὰ προστάγματος, Εὐστ. 1080. 63.

Greek Monolingual

κελευσματικῶς (Μ) επίρρ. με κέλευσμα, προστακτικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κελευσματικός < κέλευσμα.